Το επίπεδο της συνολικής δημόσιας υγείας και της κοινωνικής συνοχής είναι μία από τις βασικές μέριμνες και αρμοδιότητες ενός δήμου και πρέπει πάντα να έχει τον χαρακτήρα των τοπικών ιδιαιτεροτήτων.
Η Κοινωνική Πολιτική ξεκινάει από τη τιμολόγηση με κοινωνικοοικονομικά κριτήρια, κάθε είδους υπηρεσιών του δήμου, από τις γραφειοκρατικές διαδικασίες μέχρι τα θερινά camps για τα παιδιά του παιδικούς σταθμούς, τα εργαστήρια τέχνης και την στάθμευση.
Η Κοινωνική Πολιτική πρέπει να έχει δύο χαρακτηριστικά.
- Να συνεισφέρει ο καθένας ανάλογα με τις δυνάμεις του
- Να αφορά τον συνολικό πληθυσμό της τοπικής κοινωνίας με προτεραιότητα στα οξυμένα προβλήματα
Οι δομές κοινωνικής πρόνοιας που έχουν στηθεί στην δεκαετία του ’80 χρειάζονται άμεση μετεξέλιξη και προσαρμογή στα νέα δεδομένα.
Οι Παιδικοί Σταθμοί πρέπει να εκσυγχρονιστούν με πρόσθετες παιδαγωγικές υπηρεσίες και προγράμματα και με απογευματινή λειτουργία και κατά την διάρκεια των διακοπών με επέκταση σε τμήματα δημιουργικής απασχόλησης για την εξυπηρέτηση και των εργαζόμενων γονέων για τους οποίους δεν σταματάνε οι υποχρεώσεις το απόγευμα ή στις διακοπές.
Τα ΚΑΠΗ πρέπει να ανοίξουν σε όλον τον ηλικιωμένο κόσμο με έμφαση στις υπηρεσίες μιας στάσης (one stop shop), την διαγενεακή αλληλεγγύη και την ενεργό γήρανση.
Τα δημοτικά Ιατρεία πρέπει να θεμελιώσουν την λειτουργία τους μέσα από την προληπτική ιατρική, την ενημέρωση και την ιατρική συμβουλευτική υποστήριξη.
Στο πλαίσιο της Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης θα πρέπει να δημιουργήσουν την κάρτα του δημότη με πλήρη ιατρική βάση δεδομένων.
Η Κοινωνική Πολιτική και η Υγεία θα πρέπει να λειτουργούν με μετρήσιμους στόχους και με πιστοποιημένες διαδικασίες σε συνεργασία με έμπειρους πιστοποιημένους οργανισμούς και οργανώσεις.
Απαραίτητη είναι η δημιουργία Τράπεζας Χρόνου για την εθελοντική εργασία με κίνητρα, την επανένταξη και την κατάρτιση των ανέργων και την ενεργό γήρανση των ηλικιωμένων.